Δίκαιο Τροχαίων Ατυχημάτων

Μεγάλο ποσοστό του όγκου των υποθέσεων των πολιτικών δικαστηρίων καλύπτουν οι αγωγές αποζημίωσης από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα. Το δίκαιο της αποζημίωσης έχει ευρεία εφαρμογή και θεμελιώνεται στην έννοια της αστικής ευθύνης.


Αστική ευθύνη: Όταν σε βάρος κάποιου προσώπου γεννάται βλάβη, ανακύπτει το ερώτημα αν τη βλάβη αυτή θα την φέρει αυτός που την υπέστη ή αν θα μετακυλισθεί στους ώμους κάποιου τρίτου. Γι’ αυτήν τη βλάβη βαρύνεται με την υποχρέωση αποκατάστασής της άλλος, λόγω σύμβασης (όπως είναι η σύμβαση ασφαλίσεως) ή εκτός συμβάσεως, στην περίπτωση της αδικοπρακτικής ευθύνης. Η αδικοπρακτική αυτή ευθύνη προϋποθέτει πταίσμα ή υπαιτιότητα στο πρόσωπο του υπόχρεου. Με τη σύμβαση ασφαλιστικής κάλυψης της ζημίας τρίτου, η οποία είναι πλέον υποχρεωτική με το Ν. 489/76, η υποχρέωση αποζημίωσης εξ αδικοπραξίας του οδηγού ζημιογόνου οχήματος γεννάται και στο πρόσωπο της ασφαλιστικής εταιρίας, βάσει σύμβασης. Ασχέτως υπαιτιότητας, αντικειμενική ευθύνη από διακινδύνευση επιφέρει σε διάφορα πρόσωπα ο νόμος, όπως στην περίπτωση του Ν. Γ} Ν/1911, κυρίως για σωματικές βλάβες επιβατών λεωφορείων.

Ζημία είναι κάθε βλάβη που προκαλείται στα υλικά ή άυλα αγαθά ενός προσώπου που έχουν χρηματική αξία, δηλ. κάθε δυσμενής μεταβολή τους. Περιλαμβάνεται εκτός από την περιουσιακή ζημία και η βλάβη υγείας, ψυχική ταλαιπωρία και πόνος, οπότε πρόκειται για ηθική βλάβη, η οποία επίσης αποκαθίσταται με χρηματική ικανοποίηση. Αποκαθίσταται κάθε περιουσιακό μειονέκτημα, το οποίο εμπίπτει στη θετική ζημία ή στο διαφυγόν κέρδος. Περιλαμβάνεται και η αμοιβή δικηγόρου και δικαστικές η εξώδικες, ακόμα και μελλοντικές δαπάνες. Δεν είναι απαραίτητο ο ζημιωθείς να επισκευάσει το αυτοκίνητο , καθώς η περιουσία του έχει ήδη μειωθεί από το βλαπτικό γεγονός – τροχαίο.

Υπόχρεοι σε αποζημίωση είναι ο υπαίτιος οδηγός, αυτός δηλαδή που με δικό του πταίσμα προκάλεσε τη βλάβη σε άλλον, οι κληρονόμοι του, επίσης ο ιδιοκτήτης και κάτοχος του ζημιογόνου οχήματος, ο προστήσας η εποπτεύων άλλον σε υπηρεσία και η ασφαλιστική εταιρία. Τα πρόσωπα αυτά ευθύνονται σε αποκατάσταση της ζημίας ο καθένας εις ολόκληρον (εκτός από τους κληρονόμους που βαρύνονται κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας). Παρέχεται λοιπόν δικαίωμα επιλογής στον ζημιωθέντα, ως προς το από ποιον τελικά θα ζητήσει την αποζημίωσή του (στην πράξη ζητείται από τον την ασφαλιστική εταιρία), ενώ αυτός που τελικά θα αποζημιώσει δικαιούται να απαιτήσει αναγωγικά από τους υπόλοιπους υπόχρεους το ποσό που τους αναλογεί.

Δικαιούχος αποζημίωσης είναι ο αμέσως ζημιωθείς και οι κληρονόμοι του, τα πρόσωπα που δικαιούνται από αυτόν υπηρεσίες και διατροφή. Στη ζημία από προσβολή σώματος δικαιούνται αποζημίωση ο σύζυγος και οι γονείς, ενώ σε περίπτωση θανάτωσης δικαιούχοι εκτός των κληρονόμων είναι και όσοι είχαν δικαίωμα διατροφής ή συνεισφοράς. Για τους ασφαλισμένους στο Ι.Κ.Α. η αξίωση αποζημίωσης μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στο Ι.Κ.Α για όσα κατέβαλε και για τις υπηρεσίες του.

Εκτός της περιπτώσεως αντικειμενικής από το νόμο ευθύνης από διακινδύνευση ( Ν. Γ } Ν/1911), η αξίωση αποζημίωσης στηρίζεται στην αδικοπραξία του οδηγού του ζημιογόνου οχήματος. Απαιτείται να συντρέχει παράνομη συμπεριφορά – υπαιτιότητα που συνίσταται σε πταίσμα από αμέλεια ή δόλο και αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην παράνομη συμπεριφορά και το ζημιογόνο αποτέλεσμα. Σημαντικό αποδεικτικό στοιχείο, ως προς το ποιος φέρει την ευθύνη για το ατύχημα αποτελεί το σχεδιάγραμμα της τροχαίας, για το λόγο αυτό δεν πρέπει να παραλείπουμε να την καλούμε σε περίπτωση ατυχήματος. Οποιοδήποτε πταίσμα που συντρέχει στο πρόσωπο του ζημιωθέντα, όπως παράβαση του Κ.Ο.Κ., μη χρήση προστατευτικού κράνους ή ζώνης ασφαλείας, μειώνει την αξίωση αποζημίωσης, κατά το μέτρο – ποσοστό που ευθύνεται ο ίδιος για την βλάβη που τελικά υπέστη.

Πιθανές ανά περίπτωση αξιώσεις αποζημίωσης :

Α) Βλάβη οχήματος

Αποκαθίστανται οι ζημιές του, ανταλλακτικά, κόστος εργασιών, κόστος μίσθωσης άλλου οχήματος απαραίτητου για την εργασία του, ενώ σε περίπτωση ολικής καταστροφής αναζητείται η εμπορική του αξία, με βάση το κόστος του κατεστραμμένου κατά την ημέρα του ατυχήματος και συνυπολογισμό ζημίας και πιθανού οφέλους.

Β) Βλάβη σώματος

Νοσήλια, έξοδα αποκατάστασης, αμοιβές ιατρών, φυσικοθεραπευτών, νοσηλευτών, οικιακών βοηθών, αγοράς φαρμάκων και υποστηρικτικών μέσων, αύξηση δαπανών για βελτιωμένη διατροφή, απολεσθέντες μισθοί από την παροδική ανικανότητα για εργασία, διατροφή των προσώπων για τα οποία ο ζημιωθείς είχε υποχρέωση, όλα όσα στο μέλλον θα στερηθεί εξαιτίας της βλάβης σώματος (κατά κανόνα αυτά αποζημιώνονται με χρηματικές δόσεις ανά μήνα, ενώ ο ζημιωθείς έχει βάρος να περιορίσει κατά το δυνατόν την έκταση της ζημίας, δηλαδή να μην χειροτερεύσει την θέση του με δική του ευθύνη και να μην απορρίψει ευκαιρίες για εργασία). Βάσει του ΑΚ 930 παρ. 3, δύναται να αναζητηθεί από τον ζημιωθέντα το ποσό που θα δαπανούσε εάν απασχολούσε τρίτο επ’ αμοιβή πρόσωπο για την φροντίδα του, η αποφυγή δε της δαπάνης αυτής (πλασματικές δαπάνες), ενόψει της παροχής υπηρεσιών από οικεία πρόσωπα, δεν απαλλάσσει τους υπόχρεους σε αποζημίωση, διότι το γεγονός ότι κάποιος άλλος έχει υποχρέωση εκ του νόμου ή εξ άλλου λόγου να διατρέφει – φροντίζει τον παθόντα δεν μπορεί να καταλήξει σε ωφέλεια των υπόχρεων και σε αποφυγή καταβολής από αυτούς της σχετικής αποζημίωσης.

 Γ) Ηθική Βλάβη

Αποκαθίσταται χρηματικά ο ψυχικός του πόνος, ως βλάβη του αγαθού της προσωπικότητας. Η αποζημίωση για παραμόρφωση σώματος ή για μόνιμη ανικανότητα, εφόσον αυτή επιδρά στο μέλλον και τον οικονομικό και οικογενειακό – κοινωνικό βίο του ζημιωθέντος, αποτελεί ξεχωριστή αξίωση και επιτείνει την ηθική βλάβη.

Δ) Ζημία από θανάτωση

Νοσήλια, έξοδα κηδείας, αποζημίωση για στέρηση διατροφής των δικαιούχων προσώπων και χρηματική αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης των μελών της οικογένειας του θύματος.

Άσκηση δικαιώματος. Οι αγωγές αποζημίωσης και διαφορές που απορρέουν από τροχαία ατυχήματα εκδικάζονται και επιλύονται στο Μονομελές Πρωτοδικείο ή Ειρηνοδικείο του τόπου κατοικίας του εναγομένου, με την ειδική διαδικασία αυτοκινητικών διαφορών που εξασφαλίζει σύντομο προσδιορισμό δικασίμου. Συντρέχουσα αρμοδιότητα έχουν και τα δικαστήρια του τόπου αδικήματος, σε περίπτωση σωματικών βλαβών αλλά και στην περίπτωση αλλοδαπού οχήματος.

Σημαντική εφαρμογή έχει η απόπειρα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς, που επιχειρείται από το δικηγόρο του ζημιωθέντος, ανάμεσα στον εντολέα του και την ασφαλιστική εταιρία του ζημιογόνου οχήματος. Ο πιθανός συμβιβασμός που θα προκύψει εξασφαλίζει εξοικονόμηση χρόνου και δικαστικών δαπανών, αφού η δικαστική επιδίωξη καθυστερεί σημαντικά μέχρι την επέλευση της τελεσιδικίας της δικαστικής απόφασης, ενώ το αποτέλεσμα της αντιδικίας είναι πάντα απρόβλεπτο. Στην πράξη, δυστυχώς, πιο συχνά ακολουθείται η δικαστική οδός, εφόσον δεν αναγνωριστεί από την ασφαλιστική εταιρία η υπαιτιότητα του οδηγού του ασφαλισμένου σε αυτήν οχήματος. Ένας επιπλέον λόγος είναι το γεγονός ότι συμφέρει την ασφαλιστική να μην καταβάλει άμεσα αποζημίωση. Όμως, στις περιπτώσεις που η υπαιτιότητα είναι δεδομένη και η ζημία δεν ανέρχεται σε μεγάλο χρηματικό ύψος, η εξώδικη επίλυση της διαφοράς με συμβιβασμό αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη λύση.

Τέλος, αξίζει να επισημάνουμε ότι η αξίωση για αποζημίωση παραγράφεται εφόσον παρέλθει πενταετία από τότε που ο ζημιωθείς έλαβε γνώση της ζημιάς και του υπόχρεου προς αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, ενώ σε κάθε περίπτωση για να μην παρατείνεται, με τον ισχυρισμό περί άγνοιας του παθόντος η έναρξη της προθεσμίας παραγραφής, ορίζεται ότι σε κάθε περίπτωση παραγράφεται η αξίωση με την επέλευση εικοσαετίας από τότε που συνέβη η αδικοπραξία, ανεξάρτητα από την γνώση ή άγνοια του παθόντος.

Η αξίωση αποζημίωσης κατά της ασφαλιστικής εταιρίας παραγράφεται εντός διετίας από την επομένη ημέρα του ατυχήματος!! ( αρ.10 Ν. 489/76 ). Εφόσον λοιπόν εντός δύο ετών δεν έχει επιδοθεί στην ασφαλιστική εταιρία αγωγή αποζημίωσης, δεν μπορούν πλέον να εγερθούν απαιτήσεις κατά αυτής, παρά μόνο κατά του οδηγού του αυτοκινήτου. Για τις αξιώσεις που απορρέουν από το Ν. Γ } Ν/1911 ( κυρίως για επιβάτες λεωφορείων) η παραγραφή είναι επίσης διετής.